Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

 


Διαβήτης Κύησης - Αιτίες και Aντιμετώπιση

Διαβήτης Κύησης - Αιτίες και Aντιμετώπιση

Διαβήτη κύησης ορίζουμε αυτόν που διαπιστώνεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Σύμφωνα λοιπόν με αυτόν τον ορισμό, αποτελεί διαφορετική πάθηση από τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και 2. Ασφαλώς, μια γυναίκα με διαβήτη τύπου 1 ή 2 μπορεί να μείνει έγκυος, αλλά αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως προϋπάρχων διαβήτης και όχι ως διαβήτης της κύησης. Νεότερες επιδημιολογικές μελέτες αναφέρουν ότι 1 στις 12 έγκυες γυναίκες θα εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη.

Πού οφείλεται, η αύξηση του διαβήτη κύησης στην εποχή μας;

Οφείλεται σε δύο κύριους λόγους. Πρώτον, έχουν αυξηθεί τόσο τα ποσοστά της παχυσαρκίας ανάμεσα στις νέες γυναίκες, όσο και η ηλικία που η γυναίκα μένει έγκυος για πρώτη φορά. Δεύτερον, στο παρελθόν δεν δινόταν ιδιαίτερη προσοχή σε γυναίκες που γεννούσαν παιδιά βαρύτερα από 4 κιλά. Πολλές από αυτές τις κυήσεις είχαν επιπλακεί με σακχαρώδη διαβήτη. Τα κύρια συστατικά της διατροφής μας είναι οι πρωτεΐνες, τα λίπη και τα σάκχαρα (υδατάνθρακες, με κύριο εκπρόσωπο τη γλυκόζη). Η ορμόνη που είναι υπεύθυνη για τη χρησιμοποίηση των υδατανθράκων από τον οργανισμό είναι η ινσουλίνη. Σε κάθε εγκυμοσύνη, η ινσουλίνη εμφανίζει «αντίσταση» στη δράση της, που προκαλείται από ορμόνες που παράγονται από τον πλακούντα. Γι’ αυτό και ο διαβήτης εκδηλώνεται συνήθως στο δεύτερο μισό της κύησης, όταν το μέγεθος του πλακούντα και η παραγωγή των ορμονών αυξάνεται.

Άρα η αντίσταση της ινσουλίνης, η κατά τα άλλα «φυσιολογική», είναι αυτή που δημιουργεί το πρόβλημα.

Ο σκοπός αυτής της «φυσιολογικής» αντίστασης είναι η μη χρησιμοποίηση όλων των υδατανθράκων από τη μητέρα, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να περνούν τον πλακούντα και να συμβάλουν στην ανάπτυξη του εμβρύου. Με αυτήν την πρόνοια της φύσης, μπορούν να συντηρηθούν κυήσεις ακόμη και κάτω από εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Ωστόσο, σε αυτήν την φυσιολογική αντίσταση, στην ινσουλίνη έρχονται πολύ συχνά να προστεθούν δύο άλλες. Πρώτον, η αντίσταση που οφείλεται σε γενετικά αίτια: πρόκειται για γυναίκες που έχουν κληρονομήσει από τους γονείς τους γονίδια που προδιαθέτουν σε διαβήτη. Δεύτερον, η αντίσταση που οφείλεται στην παχυσαρκία, είτε πρόκειται για αυξημένο σωματικό βάρος κατά την έναρξη της κύησης, είτε σε αύξησή του κατά τη διάρκεια της. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι μια γυναίκα μπορεί να αυξήσει κατά πολύ την αντίσταση στην ινσουλίνη κατά τη διάρκεια της κύησης, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαβήτη.

Ο διαβήτης παύει με το τέλος της εγκυμοσύνης ή τη συνοδεύει και μετά;

Αμέσως μόλις γεννήσει η γυναίκα, παύει αυτόματα η αντίσταση της κύησης, οπότε επανέρχεται στο σημείο που ήταν πριν τον τοκετό. Γι’ αυτό, στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης αποτελεί παροδική κατάσταση που παύει να υπάρχει μετά τον τοκετό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η γυναίκα που εμφάνισε διαβήτη κατά την κύηση δεν θα πρέπει να ανησυχεί για το μέλλον. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος για δύο καταστάσεις. Να εμφανίσει ξανά σακχαρώδη διαβήτη σε μία επόμενη κύηση και να εμφανίσει σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σε μερικά χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι μια γυναίκα 30 ετών με διαβήτη κύησης, ο οποίος παύει να υφίσταται μετά τον τοκετό, έχει 50% πιθανότητα να εμφανίσει μόνιμο διαβήτη τύπου 2 πριν την ηλικία των 40 ετών.

Η θεραπεία και στις δύο περιπτώσεις, είναι η υιοθέτηση σωστού τρόπου ζωής με ισορροπημένη διατροφή και σωματική άσκηση. Σε κάθε περίπτωση, η θεραπεία με ινσουλίνη ίσως να είναι επίσης αναγκαία, αλλά αυτό θα το κρίνει μόνο ο ενδοκρινολόγος της.

Διαβήτης κύησης και διατροφή

Πάντα σε συνεργασία με Κλινική Διατροφολόγο, ο στόχος της διατροφικής αγωγής στο διαβήτη κύησης είναι η διατήρηση του σακχάρου σε φυσιολογικά επίπεδα χωρίς η έγκυος ή το έμβρυο να στερούνται τα θρεπτικά συστατικά.

Οι διαιτητικές συστάσεις περιλαμβάνουν τα παρακάτω:

  • Μια ισορροπημένη με ποικιλία διατροφή συστήνεται, ώστε να μην υπάρχουν τυχόν διατροφικές ελλείψεις.
  • Οι σωστοί υδατάνθρακες είναι απαραίτητοι σε κάθε γεύμα και βοηθάνε στη διατήρηση του σακχάρου σε σταθερά επίπεδα μεταξύ των γευμάτων. Τροφές πλούσιες σε φυτικές ίνες και χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη πχ ολικής άλεσης προϊόντα, φρούτα, λαχανικά, όσπρια ανήκουν σε αυτή τη κατηγορία. Ο διαιτολόγος θα καθορίσει τη σύσταση του διαιτολογίου σύμφωνα και με τις ανάγκες της κάθε εγκύου. Έτσι θα αποφευχθούν με το κατάλληλο διατροφικό πλάνο τυχόν διακυμάνσεις του σακχάρου αίματος.
  • Καλή πρόσληψη πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας στα γεύματα είναι σημαντική πχ άπαχο κρέας, κοτόπουλο, ψάρια, αυγά και άπαχα γαλακτοκομικά και τυροκομικά προϊόντα. Οι πρωτεΐνες βοηθούν με το αίσθημα της πείνας, παρέχουν απαραίτητες θρεπτικές ουσίες και επιβραδύνουν την απορρόφηση των υδατανθράκων, μειώνοντας έτσι το σάκχαρο μετά το γεύμα.
  • Μικρά και συχνά γεύματα ανά 3 ώρες περίπου συστήνονται διότι διατηρούν τα επίπεδα του σακχάρου σταθερά μέσα στην ημέρα και αποφεύγονται οι μεγάλες διακυμάνσεις στη γλυκόζη αίματος. Η καθημερινή κατανάλωση 3  γευμάτων και 2 ή 3 σνακ περίπου την ημέρα είναι σημαντική, ανάλογα και με τις ανάγκες της κάθε εγκύου.
  • Καλή και προσεκτική οργάνωση στα γεύματα είναι απαραίτητη καθώς και ο συνδυασμός των τροφίμων σε κάθε γεύμα μέσα στην ημέρα είναι σημαντικός να ελέγχεται, ώστε να αποφεύγονται τυχόν υπεργλυκαιμίες.
  • Όχι πολλά λιπαρά και τηγανητά στη διατροφή.
  • Η αποφυγή της ζάχαρης και των γλυκών συστήνεται. Επίσης ειδικές τροφές για διαβητικούς και φαγητά και ποτά με γλυκαντικές ουσίες καλό θα είναι να αποφεύγονται, διότι περιέχουν συντηρητικά που αντενδείκνυνται κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης.
  • Το αλκοόλ και τα αναψυκτικά καλό θα είναι να αποφεύγονται.

 https://www.iaso.gr/blog/details/blogs/2022/02/10/diabitis-kyisis-aities-kai-antimetopisi

Βασιλική Τριάντη, Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος Ιατρός Μεταβολισμού Md, MSc , PhDc

 

Αγίας Παρασκευής 29, Χαλάνδρι , TK 15234

 

2103009400, 2106845383

www.endokrinologos-diavitologos.gr

www.endokrinologos-diavitologos.com

www.endokrinologos-diavitologos.eu


 

Τα Πλαστικά στην Ελλάδα, οι Ενδοκρινικοί Διαταρράκτες και το Ορμονικό Χάος που προκαλούν στο Ενδοκρινικό σύστημα του ανθρώπου.

 


 

https://www.youtube.com/watch?v=mPjKgFB_5Xc

   

Βασιλική Τριάντη, Ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος Ιατρός Μεταβολισμού Md, MSc , PhDc

 

Αγίας Παρασκευής 29, Χαλάνδρι , TK 15234

 

2103009400, 2106845383

www.endokrinologos-diavitologos.gr

www.endokrinologos-diavitologos.com

www.endokrinologos-diavitologos.eu

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Ο Υποκλινικός Υποθυρεοειδισμός ορίζεται ως η κατάσταση κατά την οποία η βασική ορμόνη του θυρεοειδή, η θυροξίνη, είναι εντός φυσιολογικών ορίων , ενώ η TSH, ορμόνη με την οποία ο εγκέφαλος (συγκεκριμένα η υπόφυση), ρυθμίζει την λειτουργία του θυρεοειδή αδένα είναι αυξημένη. Κάποιοι  από τους ασθενείς με Υποκλινικό Υποθυρεοειδισμό έχουν γενικά συμπτώματα όπως κούραση ,αίσθημα αδυναμίας, πεσμένη διάθεση και αρνητικά αισθήματα, βραδυκαρδία (χαμηλός καρδιακός ρυθμός, κάτω από 60 σφυγμούς/λεπτό), υπερευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, αύξηση βάρους, κατακράτηση υγρών, πόνος στις αρθρώσεις και μυϊκές κράμπες, ξηρό δέρμα, αίσθηση φαγούρας, λεπτά και εύθραυστα νύχια, προβλήματα στον μηνιαίο κύκλο και γυναικεία στειρότητα, μειωμένη εφίδρωση, χαμηλός μυϊκός τόνος (μυϊκή υποτονία), υπερπρολακτιναιμία, γαλακτόρροια, αυξημένα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα αλλά η  πλειοψηφία τους δεν έχει κανένα σύμπτωμα, γι’ αυτό η διάγνωση τίθεται μόνο μετά από εξετάσεις αίματος.


       Η συχνότητα του Υποκλινικού Υποθυρεοειδισμού είναι σχετικά μεγάλη, κυμαίνεται από 4 με 15%, ενώ σε περιοχές με έλλειψη ιωδίου έχει υπολογιστεί σε μελέτη να φτάνει το 23,9%. Οι αιτίες του Υποκλινικού Υποθυρεοειδισμού είναι ίδιες με του κλασικού κλινικού Υποθυρεοειδισμού. Οι περισσότεροι ασθενείς έχουν αυτοάνοση φλεγμονή του θυρεοειδή (Hashimoto) με υψηλές συγκεντρώσεις αυτοαντισωμάτων (anti-TPOanti-TG).

       Η σημασία του Υποκλινικού Υποθυρεοειδισμού είναι ότι ενώ ο θυρεοειδής παράγει σε ικανές ποσότητες τις ορμόνες του, για να διατηρήσει αυτήν την παραγωγή υπερλειτουργεί και σταδιακά θα μειωθεί αυτή η παραγωγή και θα μεταπέσει στον κλασικό κλινικό υποθυρεοειδισμό. Ήδη όμως σε αυτήν την κατάσταση, κατά την οποία ο θυρεοειδής δυσκολεύεται αλλά τα καταφέρνει, δημιουργούνται προβλήματα στον οργανισμό και κάποια από αυτά έχουν να κάνουν με την Αναπαραγωγή και την Κύηση.

     Η πρώτη διαταραχή που μπορεί να παρατηρηθεί στον Υποκλινικό Υποθυρεοειδισμό είναι δυσλειτουργία στην διαδικασία της ωορρηξίας. Υπάρχει μελέτη που δείχνει ότι μόνο μία στις τρεις γυναίκες με Υποκλινικό Υποθυρεοειδισμό θα μπορέσει να συλλάβει με φυσικό τρόπο! Η θεραπεία με λεβοθυροξίνη βελτιώνει τα ποσοστά αυτόματης σύλληψης στις υπόλοιπες γυναίκες.

      Ο έλεγχος για την παρουσία Υποκλινικού Υποθυρεοειδισμού έχει μεγάλη σημασία και για τις γυναίκες με ιστορικό αποβολών. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν αυξημένο κίνδυνο αποβολής σε γυναίκες με Υποκλινικό Υποθυρεοειδισμό καθώς και σε ευθυρεοειδικές γυναίκες με θετικά τα αντισώματα εναντίον του θυρεοειδή (anti-ΤΡΟ). Αναλύσεις μελετών έχουν δείξει ότι οι γυναίκες με θετικά τα αυτοαντισώματα εναντίον του ενζύμου της (θυρεοειδικής υπεροξειδάσης) ΤΡΟ έχουν διπλάσιο ή τριπλάσιο κίνδυνο αποβολής σε σχέση με γυναίκες χωρίς αυτά τα αυτοαντισώματα. Άλλες μελέτες έδειξαν ότι η θεραπεία σε αυτές τις γυναίκες μειώνει τον κίνδυνο αποβολής κατά 52%.

      Στην εγκυμοσύνη ο Υποκλινικός Υποθυρεοειδισμός φαίνεται να έχει επίδραση στην νευροψυχολογική ανάπτυξη των εμβρύων. Σε μελέτη σε παιδιά ηλικίας 7 με 9 ετών ο μέσος όρος του δείκτη νοημοσύνης (IQ score) ήταν ελαφρά χαμηλότερος στα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν υψηλές τιμές TSH κατά την διάρκεια του 2ου τριμήνου σε σχέση με τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν φυσιολογικές τιμές TSH. Επίσης, ο Υποκλινικός Υποθυρεοειδισμός φαίνεται να διπλασιάζει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού, γεγονός που μπορεί εν μέρει να δικαιολογήσει τα ευρήματα της προηγούμενης μελέτης.

      Πολύ πρόσφατα, τον Ιούνιο του 2014, η Αμερικανική Εταιρεία Θυρεοειδούς εξέδωσε μία οδηγία κατά την οποία οι έγκυες και οι θηλάζουσες γυναίκες οφείλουν να λαμβάνουν συμπλήρωμα διατροφής που να περιέχει ιώδιο. Το ιώδιο είναι απαραίτητο για τον σχηματισμό των ορμονών του θυρεοειδή. Η έλλειψη του είναι μία ακόμα αιτία Υποκλινικού Υποθυρεοειδισμού που μπορεί να επηρεάσει την φυσιολογική εγκεφαλική ανάπτυξη αλλά και να αυξήσει την ευπάθεια σε περιβαλλοντικούς ρυπαντές όπως τα νιτρώδη και τα θειοκυάνια που δημιουργούνται και από το κάπνισμα!

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Ποιες είναι οι τρέχουσες οδηγίες αντιμετώπισης της νόσου Graves στην εγκυμοσύνη;

Ποιες είναι οι τρέχουσες οδηγίες αντιμετώπισης της νόσου Graves στην εγκυμοσύνη;
Ο στόχος της θεραπείας της νόσου Graves με αντιθυρεοειδικά φάρμακα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι να διατηρηθεί η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH)  ορού ελαφρά κατεσταλμένη  και η ελεύθερη θυροξίνη (T4)  στα ανώτερα φυσιολογικά επίπεδα.
Τα χαμηλότερα επιθυμητά όρια φυσιολογικής TSH ορού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι
ü  0,1 mIUu/ L στο 1ο τρίμηνο εγκυμοσύνης ,
ü  0,2  mIUu/ L στο 2ο τρίμηνο εγκυμοσύνης  και
ü  0,3 mIUu/ L στο 1ο τρίμηνο εγκυμοσύνης
Το σκεπτικό για τους στόχους αυτούς είναι να ελαχιστοποιηθεί η έκθεση του εμβρύου στα αντιθυρεοειδικά φάρμακα χρησιμοποιώντας την χαμηλότερη αποτελεσματική δόση. Τόσο η μεθιμαζόλη όσο και η προπυλθειουρακίλη  μπορούν  ελεύθερα να διαπεράσουν στο έμβρυο μέσω του πλακούντα και να επηρεάσουν τον εμβρυικό θυρεοειδή. Παρεμπιπτόντως, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ολική Τ3, όπως και η ολική Τ4,  επηρεάζεται από τις αυξήσεις της σφαιρίνης δέσμευσης της θυροξίνης που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
v  Κατευθυντήριες γραμμές της Αμερικανικής Ένωσης θυρεοειδούς για τη διάγνωση και τη διαχείριση της νόσου του θυρεοειδούς κατά την εγκυμοσύνη και μετά τον τοκετό.
Stagnaro-Green A, et al.
Guidelines of the American Thyroid Association for the diagnosis and management of the thyroid disease during pregnancy and postpartum.Thyroid 2011;21(10):1081-1125.







Βασιλική Τριάντη, MD, MSc , cPhd
Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος , υπ Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Master  « Έρευνα στη Γυναικεία Αναπαραγωγή»
Απόφοιτος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Μέλος Ενδοκρινολογικής & Διαβητολογικής Εταιρείας Σουηδίας

Τηλ. 6972 296909, 210 3009400
Ιατρείο : Αγίας Παρασκευή 29 Χαλάνδρι

 


Λίγα λόγια για τον υπερθυρεοειδισμό στην εγκυμοσύνη…
·         Είναι σχετικά σπάνια κατάσταση ο εγκατεστημένος υπερθυρεοειδισμός στην εγκυμοσύνη, με συχνότητα εμφάνισης  0,1% έως 0,4%.
·         Διαπιστώνεται με χαμηλά επίπεδα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) και αύξηση  του κλάσματος της ελεύθερης θυροξίνης (fT4) και της τριϊωδοθυρονίνης (Τ3).
·         Η νόσος Graves και η συνδεόμενη με την έκκριση της hCG (χοριακή γοναδοτροπίνη) αποτελούν την  πιο συχνή εμφάνιση της νόσου.
·         Λόγω της μείωσης της συγκέντρωσης των δεσμευτικών αντισωμάτων των υποδοχέων της TSH η συμπτωματολογία είναι ήπια στο δεύτερο μισό της εγκυμοσύνης.
Η έλλειψη ρύθμισης της θυρεοειδικής λειτουργίας στον υπερθυρεοειδισμό και η συνέχιση  της υπερθυρεοειδικής λειτουργίας στην κύηση έχει σαν συνέπεια αυξημένο κίνδυνο για :
Ø  αποβολή στο πρώτο τρίμηνο
Ø  χαμηλού βάρους νεογέννητα (IUGR)
Ø  πρόωρο τοκετό
Ø  προεκλαμψία και υπέρταση κύησης
Ø  καρδιακή κάμψη
Ø  αυξημένο ενδομήτριο θάνατο
Αντιθέτως, o υποκλινικός υπερθυρεοειδισμός με χαμηλή TSH και φυσιολογικό κλάσμα fT4, δεν συνδέεται με επιπλοκές στην εγκυμοσύνη.
ü  Η διάγνωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης βασίζεται κυρίως στην σημαντική μείωση (επίπεδα κάτω από 0,1mU/L) ή σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα (επίπεδα κάτω από 0,01) της TSH ορού καθώς και στα αυξημένα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών fT4 και Τ3.
ü  Εάν οι τιμές της TSH είναι λιγότερο από 0,1mU/L, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη  η τιμή της ελεύθερης Τ4 (fT4).
ü  Εάν η ελεύθερη Τ4  είναι φυσιολογική με τα επίπεδα της να υπολογίζονται για εγκυμοσύνη, τότε θα πρέπει να μετράται και το ελεύθερο κλάσμα της T3 (fT3).
ü  Αν τα επίπεδα των ελεύθερων κλασμάτων των θυρεοειδικών ορμονών είναι μη συμβατά με την TSH και την κλινική εικόνα, τότε θα πρέπει να μετράται η ολική Τ4.
ü  Η TSH σε υγιείς έγκυες γυναίκες στο πρώτο τρίμηνο μπορεί να είναι πολύ χαμηλή, μεταξύ  0,03 και 0,1 mU/L.
Έγκυες γυναίκες με εμφανή υπερθυρεοειδισμό στο πρώτο τρίμηνο, θα πρέπει να αξιολογηθούν με τιμές TSH κάτω από αυτό που θεωρείται φυσιολογικό για ασυμπτωματικές υγιείς εγκύους (<0,01 mU/L) και να συνυπάρχει αύξηση του ελεύθερου κλάσματος των Τ4 ή T3 ή της ολικής Τ4 και T3 με τις τιμές να υπολογίζονται σε φυσιολογικές τιμές εγκύων.
Αντένδειξη αποτελεί η χρήση ραδιενεργού ιωδίου στην κύηση οπότε είναι αδύνατον να  διαπιστωθεί η αιτία του υπερθυρεοειδισμού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η μέτρηση των αντισωμάτων των υποδοχέων της TSH (TRAb)  χρησιμοποιώντας την δεύτερης γενιάς TSH-ανοσοσφαιρίνη (TBII) με ευαισθησία στο 95% των ασθενών με την νόσο του Graves και θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη διάγνωση της νόσου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εάν η κλινική διάγνωση είναι αβέβαιη.
Υπερθυρεοειδικές καταστάσεις καταστάσεων που σχετίζονται με την παραγωγή της hCG είναι συνήθως συντηρητική δεν χρήζουν συνήθως θεραπεία.
Οι επιλογές θεραπείας για έγκυες γυναίκες  με εγκατεστημένο υπερθυρεοειδισμό λόγω της νόσου Graves είναι περιορισμένες, διότι η θεραπεία μπορεί να είναι επιβλαβής για το έμβρυο. Ωστόσο, η καλή ανταπόκριση τόσο του εμβρύου όσο και της μητέρας εξαρτάται από τον έλεγχο του υπερθυρεοειδισμού της μητέρας.
Ο στόχος της θεραπείας είναι η μείωση και η διατήρηση των επιπέδων της ελεύθερης Τ4 στην περιοχή των ανώτερων φυσιολογικών τιμών για τις μη έγκυες γυναίκες, χρησιμοποιώντας τη χαμηλότερη δόση φαρμάκου. Αυτό απαιτεί αξιολόγηση της ελεύθερης Τ4 (ή και ολικής Τ4) συχνά (πχ ανά διαστήματα τεσσάρων εβδομάδων) με κατάλληλη προσαρμογή των φαρμάκων.
·         1-5% των vεογεννήτων που προέρχονται από μητέρες που πάσχουν από τη νόσο Graves'  θα παρουσιάσουν υπερθυρεοειδισμό που οφείλεται στην διαπλακουντιακή μεταφορά των δεσμευτικών αντισωμάτων των υποδοχέων της θυρεοτροπίνης (TSH).

Eκδηλώσεις του εμβρυϊκού υπερθυρεοειδισμού:
ü  Υψηλός εμβρυϊκός καρδιακός ρυθμός (>160 παλμοί / λεπτό)
ü  Εμβρυϊκή βρογχοκήλη
ü  Προχωρημένη οστική ηλικία
ü  Καθυστέρηση ανάπτυξης
ü  Κρανιοσυνοστέωση
ü  Καρδιακή κάμψη και ύδρωπας μπορεί να προκύψει με σοβαρή ασθένεια.
 Όλα τα έμβρυα των γυναικών με τη νόσο Graves πρέπει να παρακολουθούνται για σημεία εμβρυϊκής θυρεοτοξίκωσης με τον καθορισμό του εμβρυϊκού καρδιακού ρυθμού και την αξιολόγηση της ανάπτυξης του εμβρύου.
  

Φαρμακευτική αγωγή για τον υπερθυρεοειδισμό
Ο υπερθυρεοειδισμός στην κύηση θεραπεύεται με τη χορήγηση παραγώγων της θειουρίας, προπυλθυουρακίλης – PTU (Prothuril®) και μεθιμαζόλης (Unimazole®), τα οποία μειώνουν τη βιοσύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών. Η προπυλθυουρακίλη επιπλέον μειώνει την περιφερική μετατροπή της Τ4 σε Τ3 και ως εκ τούτου ενδέχεται να έχει ταχύτερη δράση από τη μεθιμαζόλη.
Η χρήση των φαρμάκων αυτών φαίνεται ότι δεν έχει διαφορά στην επίδρασή τους στο έμβρυο (ανάλογες τιμές TSH και FT4 σε δείγματα αίματος από τον ομφάλιο λώρο).
Επίσης, δεν φαίνεται ότι υπάρχει συσχέτιση με τη δόση χορήγησης και τις τιμές αυτές.
Η θεραπεία με τα παράγωγα της θειουρίας σε νόσο Graves, ενδέχεται να καταστείλει  τη θυρεοειδική λειτουργία του εμβρύου. Ωστόσο, η επίδραση αυτή είναι παροδική και σπάνια απαιτεί θεραπεία.
Η εμβρυϊκή βρογχοκήλη επίσης έχει συσχετιστεί με τη θεραπεία της μητέρας για νόσο  Graves, πιθανότατα λόγω εμβρυϊκού υποθυρεοειδισμού εξαιτίας των φαρμάκων που περνούν τον πλακούντα.
Η εμβρυϊκή θυρεοτοξίκωση από μητρικά αντισώματα είναι σπάνια, αλλά όλα τα έμβρυα εγκύων με νόσο του Graves πρέπει να παρακολουθούνται για διαταραχές της ανάπτυξης και του καρδιακού τους ρυθμού.

ü  Κάθε διαταραχή της θυρεοειδικής λειτουργίας της μητέρας, είναι δυνατόν να επηρεάσει την θυρεοειδική λειτουργία  του εμβρύου ή του νεογνού και πρέπει να ενημερώνεται έγκαιρα ο παιδίατρος που αναλαμβάνει τα νεογνά αυτά.


Λίγα λόγια για τα φάρμακα…
Η προπυλ-θειουρακίλη (Propylthiouracil) είναι μια θειαμίδη και χρησιμοποιείται στον υπερθυρεοειδισμό.
Έναρξη με δόσεις 300 mg ημερησίως σε 3 διαιρεμένες δόσεις, ή
400 mg ημερησίως σε ασθενείς με σοβαρό υπερθυρεοειδισμό, ενώ
συνήθης συντήρηση με 100-150 mg/ημέρα.
Σε νόσος Graves έναρξη με 50-150 mg (ανάλογα με την σοβαρότητα της νόσου) τρείς (3)φορές ημερησίως για την αποκατάσταση ευθυρεοειδικής λειτουργίας της εγκύου και κατόπιν συντήρηση με 50 mg 2 ή 3 φορές ημερησίως για χρονικό διάστημα συνολικά 12 έως 18 μήνες.
ü  Η προπυλ-θειουρακίλη διασχίζει εύκολα τον πλακούντα.
ü  Μελέτες σε έγκυες γυναίκες έχουν αποδείξει κίνδυνο για το έμβρυο (κατηγορία D).
ü  Τερατογόνος δράση δεν έχει αποδειχθεί.
ü  Μη τερατογόνες επιπτώσεις όπως εμβρυϊκός και νεογνικός υποθυρεοειδισμός, βρογχοκήλη ή και υπερθυρεοειδισμός, έχουν παρατηρηθεί μετά από τη χρήση της από την μητέρα.
ü  Η προπυλ-θειουρακίλη απεκκρίνεται στο γάλα της μητέρας.
Γυναίκες που λαμβάνουν τα παράγωγα της θειουρίας μπορούν να θηλάσουν, δεδομένου ότι μικρή μόνο ποσότητα των φαρμάκων περνά στο μητρικό γάλα και είναι απίθανο να επηρεάσουν τον βρεφικό θυρεοειδή αδένα.

ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΟΥΡΙΑΣ:
ü  Ακοκκιοκυτταραιμία (0,1 – 0,4%) (Επιβάλει την άμεση διακοπή της αντιθυρεοειδικής φαρμακευτικής αγωγής).Την ακοκκιοκυταραιμία προμηνύουν συνήθως κυνάγχη και πυρετός.
ü  Θρομβοπενία
ü  Ηπατίτιδα - Ηπατοκυτταρική τοξικότητα
ü  Αγγειίτιδα-Αγγειονευρωτικό οίδημα
ü  Αρθρίτιδα, εξάνθημα, πυρετός, ναυτία, ανορεξία, αγευσία, ανοσμία (< 5%).
Β-αναστολείς  χρησιμοποιούνται για την βελτίωση των συμπτωμάτων της θυρεοτοξίκωσης μέχρι τα παράγωγα της θειουρίας μειώσουν τα επίπεδα των ορμονών. Κυριότερος εκπρόσωπος: η Προπρανολόλη (Inderal®).
Θυρεοειδεκτομή πραγματοποιείται μόνο σε γυναίκες οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στη φαρμακευτική θεραπεία.
Το Ιώδιο 131 αντενδείκνυται στην κύηση, γιατί καταστρέφει τον εμβρυϊκό θυρεοειδή (κυρίως μετά την 10η  εβδομάδα). Ως εκ τούτου,  γυναίκες που έχουν λάβει Ι 131 πρέπει να αποφύγουν την κύηση για τέσσερις τουλάχιστον μήνες.